Οι ελεύθερες ρίζες και οι επιδράσεις τους στην υγεία
Τα τελευταία χρόνια, πολλές επιστημονικές έρευνες, ενοχοποιούν τις ελεύθερες ρίζες για πολλά από τα σύγχρονα προβλήματα υγείας: τις καρδιοαγγειακές παθήσεις, τον καρκίνο, την πρόωρη γήρανση, το χρώμα και την όλη εμφάνιση του δέρματος του προσώπου γενικότερα, την αρθρίτιδα, καθώς και για τον καταρράκτη, την σκλήρυνση κατά πλάκας, τα πεπτικά έλκη κλπ.
Οι ελεύθερες ρίζες είναι άτομα ή μόρια ή ομάδες αυτών που διαθέτουν ένα ελεύθερο (μονήρες) ηλεκτρόνιο, και είναι εξαιρετικά ασταθή και ευαίσθητα σε αντιδράσεις. Για να εξισορροπήσουν την δομή τους, αποσπούν ηλεκτρόνια από γειτονικά μόρια, μετατρέποντας τα μόρια αυτά επίσης σε ελεύθερες ρίζες, με αποτέλεσμα να ξεκινούν μια καταστρεπτικά ενεργή αλυσίδα και να προκαλούν έτσι βλάβη στις κυτταρικές δομές.
Όταν η παρουσία τους στον οργανισμό είναι αριθμητικά μεγάλη, δρουν επιθετικά κατά των κυττάρων, προσβάλλοντας θανάσιμα τόσο την κυτταρική μεμβράνη που προφυλάσσει την ενδοκυττάρια ζωή, όσο και τον πυρήνα του κυττάρου, καταστρέφοντας το νουκλεϊνικό γενετικό υλικό DNA και RNA.
Είναι δυνατόν να σχηματιστούν με την θερμοκρασία, την υπεριώδη ακτινοβολία και τις ακτίνες Χ στο περιβάλλον, αλλά κυρίως παράγονται μέσα στον οργανισμό κατά την διάρκεια φυσιολογικών μεταβολικών διεργασιών. Οι πιο βλαβερές ελεύθερες ρίζες στον ανθρώπινο οργανισμό σχηματίζονται κατά την διάρκεια σύνθετων χημικών διεργασιών κατά τις οποίες το οξυγόνο χρησιμοποιείται μέσα στο κύτταρο.
Η πλειονότητα των ελευθέρων ριζών παράγεται από τον ίδιο τον οργανισμό μας όταν: υπάρχει αυξημένη ανάγκη για αποτοξίνωση (υπερβολική έκθεση οργανισμού σε τοξικές ουσίες), υπάρχει αυξημένη παραγωγή ενέργειας (υπερβολική κατανάλωση θερμίδων και ιδιαίτερα λίπους και ‘κενών’ θερμίδων), υπάρχει παρατεταμένη ανοσολογική δραστηριότητα, υπάρχει αυξημένη παραγωγή στεροειδών (σε καταστάσεις στρες όπως η έντονη φυσική δραστηριότητα, εφηβεία, διαταραχές εμμήνου ρύσεως), μετά από έκθεση οργανισμού σε συντηρητικά τροφίμων και μολυσματικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες (καπνός τσιγάρου, ρύποι που μολύνουν την ατμόσφαιρα), κατά την έκθεση σε ακτινοβολία (υπεριώδης ακτινοβολία), κατά την αυτοοξείδωση διαφόρων χημικών ουσιών (πολυακόρεστα λιπαρά οξέα), κατά την λιπιδική υπεροξείδωση (δηλ. επίδραση ελευθέρων ριζών επί των λιπιδίων που υπάρχουν στις μεμβράνες των κυττάρων, και ιδιαίτερα των πολυακόρεστων, με αποτέλεσμα τον σχηματισμό υπεροξειδίων), ή τέλος, από αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ.
O οργανισμός μας είναι εφοδιασμένος με αντιοξειδωτικά συστήματα από την φύση του για να αμύνεται στην δράση των ελευθέρων ριζών και ενεργών παραγώγων οξυγόνου. Τέτοια συστήματα είναι τα διάφορα ένζυμα, τα ενδογενή αντιοξειδωτικά μόρια, και τα διαιτητικά αντιοξειδωτικά. Σε περίπτωση που η παραγωγή ελευθέρων ριζών υπερβεί την προστατευτική ικανότητα του αντιοξειδωτικού συστήματος του οργανισμού, φαινόμενο το οποίο ονομάζεται οξειδωτική καταστροφή ή οξειδωτικό στρες, τότε προκύπτουν μη ανατρέψιμες βλάβες της κυτταρικής δομής και της λειτουργίας του κυττάρου ενώ σε επίπεδο οργάνου προκύπτει οργανική ανεπάρκεια.
Η οξειδωτική καταστροφή των βιομορίων από τις ελεύθερες ρίζες αυξάνεται παράλληλα με την αύξηση της ηλικίας και θεωρείται ότι αποτελεί έναν από τους κυριότερους παράγοντες της διαδικασίας της γήρανσης καθώς και πλήθους εκφυλιστικών παθήσεων, όπως τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο διαβήτης, η νόσος Alzheimer, η σκλήρυνση κατά πλάκας κ.α.