Χάνετε την αίσθηση της γεύσης; Είναι ίσως καιρός να χάσετε βάρος
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η αύξηση του σωματικού βάρους μπορεί να μειώσει την ευαισθησία της γεύσης των τροφίμων. Μια νέα έρευνα βρήκε ότι η φλεγμονή που προκαλείται από την παχυσαρκία, μειώνει πραγματικά τον αριθμό των γευστικών καλύκων της γλώσσας.
Την τελευταία δεκαετία οι γιατροί γνωρίζουν το φαινόμενο της μείωσης της αίσθησης της γεύσης σε όσους πάρουν βάρος καθώς μελέτες έδειξαν ότι οι παχύσαρκοι άνθρωποι δεν τα κατάφερναν και τόσο καλά σε διάφορες γευστικές δοκιμασίες σε σύγκριση με άτομα που είχαν φυσιολογικό βάρος. Αλλά το βασικό ερώτημα παραμένει: Γιατί; Φταίει το ότι η συνήθεια να καταναλώνουν πλούσια σε λιπαρά και επεξεργασμένα τρόφιμα μειώνει την γευστική ευαισθησία της γλώσσας; Ή μήπως απλά έχει σχέση με την παρουσία υπερβολικού σωματικού λίπους;
Οι γευστικοί κάλυκες λειτουργούν όχι μόνο ως αισθητήρες των βασικών θρεπτικών συστατικών, αλλά μπορούν επίσης να προκαλέσουν μια ισχυρή αίσθηση ανταμοιβής από την κατανάλωση των τροφών που μας αρέσουν πολύ. Έχει αναφερθεί ότι τα παχύσαρκα άτομα εμφανίζουν μια εξασθενημένη αίσθηση γεύσης και έτσι συχνά φτάνουν να καταναλώνουν περισσότερες θερμίδες για να επιτύχουν αυτή την ανταμοιβή. Οι γευστικοί κάλυκες είναι μικροσκοπικές ομάδες κυττάρων της γλώσσας που επιτρέπουν στους ανθρώπους να αντιλαμβάνονται τις πέντε γεύσεις: αλμυρό, γλυκό, ξινό, πικρό και umami. Κάθε γεύση περιέχει τρεις διαφορετικούς τύπους κυττάρων που είναι υπεύθυνοι για το κάθε είδος γεύσης και κάθε ένας από αυτούς τους τύπους κυττάρων αναγεννάται με διαφορετικούς ρυθμούς.
Η παχυσαρκία είναι γνωστό ότι σχετίζεται με μια χρόνια κατάσταση μικρού βαθμού φλεγμονής στον λιπώδη ιστό που αποθηκεύει ενέργεια με τη μορφή λίπους. Ο λιπώδης ιστός παράγει περαιτέρω προ-φλεγμονώδεις κυτοκίνες - μόρια που χρησιμεύουν ως φορείς σημάτων μεταξύ των κυττάρων - συμπεριλαμβανομένου ενός που ονομάζεται TNF-alpha. Ερευνητές από το τμήμα επιστήμης των τροφίμων και από το τμήμα μοριακής βιολογίας του Πανεπιστημίου Cornell προχώρησαν σε μια νέα μελέτη για να βρουν τι πραγματικά συμβαίνει. Χώρισαν εργαστηριακά ποντίκια σε δύο ομάδες, μία από τις οποίες τράφηκε μια κανονική δίαιτα με 14% λίπος και μία άλλη με 58% λίπος. Μετά από οκτώ εβδομάδες, τα ποντίκια στην πλούσια σε λιπαρά δίαιτα ζύγιζαν 30% περισσότερο, ενώ βρέθηκαν να έχουν 25% λιγότερη γεύση από τα υπόλοιπα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στους παχύσαρκους ποντικούς αυξήθηκε ο ρυθμός της κυτταρικής απόπτωσης (του κυτταρικού δηλαδή θανάτου), ενώ, αντίθετα, υπήρξε μείωση του αριθμού των κυττάρων που ευθύνονται για τη κυτταρική δημιουργία. Ωστόσο, τα ποντίκια που ήταν γενετικά ανθεκτικά στην παχυσαρκία δεν εμφάνισαν τα ίδια αποτελέσματα ακόμη και όταν τρέφονταν με πολλά λιπαρά, γεγονός που οδήγησε τους ερευνητές στο συμπέρασμα ότι είναι αποτέλεσμα της συσσώρευσης λιπαρών ιστών και όχι μόνο της κατανάλωσης του λίπους.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι μια δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά αυξάνει το επίπεδο των TNF-alpha που περιβάλλει τους γευστικούς πόρους, καθιστώντας τους λιγότερο ευαίσθητους στη γεύση των τροφίμων. Τα ευρήματα της μελέτης, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό PLOS Biology υποδηλώνουν ότι η χρόνια έκθεση σε δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά που οδηγεί σε περίσσεια λιπώδους ιστού, συνδέεται με φλεγμονή που παρεμβαίνει στο σύστημα εξισορρόπησης της γεύσης.
Φωτεινή Πουρνάρα