Σχετικα Αφιερωματα

Stollen, τo γλυκό γεμιστό κέικ που συμβολίζει το Θείο Βρέφος

Το Stollen, το γερμανικό κέικ που θυμίζει κάπως το δικό μας τσουρέκι, ξεκίνησε ως ένα απλό ψωμί αλλά τον 15ο αιώνα εμπλουτίστηκε με αποξηραμένα φρούτα και ξηρούς καρπούς που το έκαναν πιο πλούσιο και γιορτινό. Από τον 16ο αιώνα το«Weihnachtsstollen» ή «Christstollen» όπως λέγεται, ταυτίστηκε με τα Χριστούγεννα και θεωρείται το απόλυτο γερμανικό γιορτινό γλύκισμα των ημερών. 

Παρασκευή, 25 Δεκεμβρίου 2020

Η χριστουγεννιάτικη αγορά της Δρέσδης έχει ιστορία αιώνων. Στήθηκε για πρώτη φορά το 1434 και στην ανοιχτή πλατεία, εκτός από το τεράστιο στολισμένο και φωτισμένο δέντρο, στήνονται διάφοροι πάγκοι με στολίδια, δώρα και παραδοσιακά χειροτεχνήματα της περιοχής. Εκεί θα βρείτε και το κέικ Stollen που θεωρείται το νοστιμότερο σε όλη τη χώρα.
Η παρασκευή του απαιτεί προζύμι με μαγιά, είναι  πασπαλισμένο με άφθονη άχνη ζάχαρη, ενώ συχνά προστίθεται στο εσωτερικό και  μαρζιπάν.  Οι Γερμανοί το συνοδεύουν με ζεστό κρασί, το Gleuhwien.  To Stollen, παραδοσιακά, πλάθεται με τέτοιο τρόπο που να έχει φουσκώματα σαν καμπούρες, συμβολίζοντας τις καμπούρες στις καμήλες που μετέφεραν τους σοφούς να δουν τον Ιησού. Κατ’ άλλους, αρχικά το έπλαθαν σε σχήμα πλεξίδας που συμβόλιζε το τυλιγμένο στις κουβέρτες Θείο Βρέφος. 

Όταν πρωτοεμφανίστηκε το Stollen σίγουρα δεν ήταν η λιχουδιά που απολαμβάνουμε σήμερα. Παραδοσιακά ψήνεται την περίοδο της νηστείας (4 Κυριακές πριν τα Χριστούγεννα) που αποτελεί ιερή περίοδο για την χριστιανική εκκλησία καθώς περιλαμβάνει τις ημέρες της προετοιμασίας για τον εορτασμό της Γέννησης του Χριστού. Σύμφωνα με το δόγμα της καθολικής εκκλησίας,  το Stollen ή Striezel όπως ονομαζόταν στην αρχική του μορφή ως ψωμί, έπρεπε να ζυμώνεται μόνο με αλεύρι, μαγιά, νερό και λάδι. Βούτυρο και μπαχαρικά ήταν απαγορευμένα. Η γραφειοκρατία και οι αυστηροί νόμοι του Βατικανού περιόριζαν πολύ τους Σάξωνες αρτοποιούς της εποχής.  Ένας ακόμη λόγος για τα απλά συστατικά είναι ότι, εκείνη την εποχή (στα τέλη του Μεσαίωνα) τα μπαχαρικά αποτελούσαν είδος πολυτελείας. Η ιστορία του ξεκινά γύρω το 1450, όταν ο δούκας Εrnst της Σαξονίας και ο αδελφός του, ζήτησαν με μια επιστολή από τον Πάπα Νικόλαο V, να επιτρέψει τη χρήση βουτύρου αντί για λάδι για το ψήσιμο. Το αίτημα δεν έγινε τότε δεκτό αλλά το 1491, ο Πάπας Ιννοκέντιος ο 8ος, δίνει τελικά την έγκρισή του για το βούτυρο με την προϋπόθεση, να καταβάλλεται στην εκκλησία ένα είδος φόρου σε χρυσό κάθε χρόνο. Στη διάρκεια των επόμενων χρόνων, το Christbrod  (Χριστόψωμο) εμπλουτίστηκε με ξηρούς καρπούς και φρούτα ξερά και ανακηρύχτηκε γλυκό των Χριστουγέννων.

Από το 16ο αιώνα, οι αρτοποιοί συνήθιζαν να προσφέρουν για την περίοδο των εορτών ένα ή δύο Stollen στον ηγεμόνα τους που ζύγιζαν περίπου 16 κιλά. Οκτώ αρτοποιοί και οκτώ τεχνίτες τα μετέφεραν στο παλάτι. Η παράδοση αυτή σταμάτησε μόνο το 1918 με την πτώση της μοναρχίας. Το 1730, επί Αυγούστου του Ισχυρού,  εκλέκτορα της Σαξονίας και βασιλιά της Πολωνίας, το συγκεκριμένο έθιμο ξεπέρασε όλα τα προηγούμενα. Με την ευκαιρία μια γιορτής που θρυλείται ότι δόθηκε για περισσότερους από 20000 επισκέπτες, ο φούρναρης Ζαχαρίας έψησε ένα γιγαντιαίο stollen βάρους 1,8 τόνων. Το μεγαλοπρεπές γλυκό είχε προετοιμαστεί από 100 αρτοποιούς και βοηθούς στη διάρκεια σχεδόν μιας εβδομάδας και ο αρχιτέκτονας της αυλής Pöppelmann  είχε κατασκευάσει έναν ειδικό υπερμεγέθη φούρνο για το ψήσιμό του. Τελικά, το ψημένο stollen μεταφέρθηκε με τη βοήθεια οκτώ αλόγων από την πόλη στο τραπέζι του βασιλιά. 

Όροι: 
Κατηγοριες: