Μοσχοφίλερο, ένα μοναδικό κρασί από την Αρκαδία
Μια από τις σημαντικότερες αυτόχθονες έντονα αρωματικές και κομψές λευκές ποικιλίες του ελληνικού αμπελώνα, το μοσχοφίλερο είναι ένα ευκολόπιοτο, αρκετά ισορροπημένο κρασί που ξεδιπλώνει τις χάρες του κυρίως όταν είναι στην πρώτη νιότη του. Αν και καλλιέργειές του βρίσκουμε σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, την Στερεά Ελλάδα και τα Ιόνια νησιά, τα καλύτερα κρασιά της παράγονται στην Μαντινεία, όπου κυκλοφορούν με την ένδειξη Ο.Π.Α.Π.
Ο ελληνικός αμπελώνας έχει να επιδείξει εκατοντάδες ποικιλιών. Πολλές από αυτές είναι σχεδόν ξεχασμένες. Οι περισσότερες έχουν ρίζες που χάνονται στα βάθη του χρόνου.
Οι απόψεις για την ιστορία αυτής της ποικιλίας κρασιού διίστανται και η βιβλιογραφία για το μοσχοφίλερο είναι πλούσια. Μερικοί θεωρούν πως πρόκειται για την Καπνία άμπελο που αναφέρουν οι αρχαίοι συγγραφείς. Μια άλλη εκδοχή υποστηρίζει πως την ποικιλία την έφεραν οι Βαυαροί επί Όθωνα και πως πρόκειται για μια παραλλαγή είτε της ιταλικής ποικιλίας Traminer, είτε της γαλλικής Gewurztraminer.
Όψιμη, προτιμά τους αμπελώνες με αργιλώδη, αργιλοασβεστώδη εδάφη και υψόμετρο πάνω από 350 μέτρα, ενώ, παρ' ότι κόκκινη, χρησιμοποιείται κυρίως στην παραγωγή λευκών κρασιών και λιγότερο ροζέ και αφρωδών, που όλα χαρακτηρίζονται από φίνα, αναγνωρίσιμα «μοσχάτα» αρώματα.
Με κέντρο το οροπέδιο της Μαντίνειας, στην Αρκαδία, και την ομώνυμη ζώνη Ο.Π.Α.Π., η καλλιέργειά της επεκτάθηκε σε ολόκληρη σχεδόν την Πελοπόννησο, τα Ιόνια νησιά αλλά και σε άλλες περιοχές της Νότιας Ελλάδας. Η Αρκαδία έχει πολλά να διηγηθεί όσον αφορά το κρασί και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο θεός Διόνυσος και ο πιστός του ακόλουθος Πάνας, σύμφωνα με την μυθολογία, κατοικούσαν στο Μαίναλο. Εκεί, μεταξύ των βουνών Πάρνωνα και Μαίναλου είναι κρυμμένα τα 5.500 στρέμματα των αμπελώνων της Μαντινείας. Το ιδιαίτερο μικροκλίμα του οινοπεδίου, διαφοροποιεί τα χαρακτηριστικά της ποικιλίας σε σχέση με την υπόλοιπη Πελοπόννησο. Έτσι το φιλέρι που καλλιεργείται στην Πελοπόννησο μεταβάλλεται σε Μοσχοφίλερο στην Μαντινεία και από το 1971 είναι χαρακτηρισμένο Π.Ο.Π. Όπου και αν φυτεύτηκε έξω από αυτήν, δεν κατάφερε να δώσει τα μοναδικά αρώματα και το χαρακτήρα αυτής της περιοχής.
Αν και είναι μια ερυθρωπή ποικιλία, χρησιμοποιείται για την παραγωγή λευκών κρασιών αλλά και κάποιων ροζέ. Ανήκει σε μια ομάδα ποικιλιών που είναι γνωστή με την ονομασία Φιλέρια (Μοσχοφίλερο, Μαυροφίλερο, Ασπροφίλερο, Φιλέρι Αττικής, κ.α) και είναι η πιο αρωματική. Είναι ιδιαίτερα προσφιλής στην πατρίδα μας, αλλά αρκετοί δεν γνωρίζουν ότι επελέγη μαζί με το Αγιωργίτικο Νεμέας, το Ασύρτικο Σαντορίνης και το Ξινόμαυρο Νάουσας ως μια από τις τέσσερις ποικιλίες-πρεσβευτές της ελληνικής οινοπαραγωγής στο εξωτερικό.
Τα κρασιά από Μοσχοφίλερο διακρίνονται για τα έντονα αρώματα τους που θυμίζουν εσπεριδοειδή, άσπρα λουλούδια και ροδοπέταλα, την φρεσκάδα τους την μέτρια έως ψηλή τους οξύτητα, το ελαφρύ έως μέτριο σώμα και τον χαμηλό αλκοολικό βαθμό και είναι προτιμότερο να καταναλώνονται φρέσκα για να διατηρούν την φρεσκάδα τους. Σπάνια συναντάμε κρασιά από Μοσχοφίλερο που έχουν ζυμώσει ή ωριμάσει σε βαρέλι. Συχνά αναμιγνύεται με άλλες ποικιλίες όπως ο Ροδίτης και το Σαββατιανό προσδίδοντας ευχάριστα αρώματα, οξύτητα και φρεσκάδα.
Είναι ένα κρασί που άνετα καταναλώνεται σκέτο, ως απεριτίφ, με ξηρούς καρπούς, με ορεκτικά διάφορα, με ελαφριά πρώτα πιάτα. Συνδιαλέγεται ιδανικά με τις φρέσκες δροσερές σαλάτες και με ότι φρέσκο βγάζει η θάλασσα. Κάνει καλή παρέα με τα φρέσκα λευκά τυριά αλλά και με ένα πιάτο κοτόπουλο με μπάμιες ή με μια πληθωρική αστακομακαρονάδα.