Οι φυτικές πρωτεΐνες καθυστερούν την πρώιμη εμμηνόπαυση
Η καλύτερη κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η πρόσληψη διατροφικών φυτικών πρωτεϊνών σχετίζεται με τη γήρανση των ωοθηκών μπορεί να προσδιορίσει τους τρόπους με τους οποίους μπορούν οι γυναίκες να τροποποιήσουν τον κίνδυνο πρώιμης εμφάνισης της εμμηνόπαυσης.
Τα αποτελέσματα μιας νέας μελέτης από επιδημιολόγους στο University of Massachusetts Amherst και το Harvard T.H. Chan School of Public Health τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση American Journal of Epidemiology, δείχνουν ότι η μακροπρόθεσμη, υψηλή πρόσληψη φυτικών πρωτεϊνών από τροφές ολικής άλεσης, σόγια και tofu, μπορεί να προστατεύσει τις γυναίκες από την πρώιμη εμμηνόπαυση, παρατείνοντας παράλληλα την αναπαραγωγική λειτουργία.
Η εμμηνόπαυση, που ορίζεται ως ο χρόνος της τελευταίας εμμηνορροϊκής περιόδου της γυναίκας, είναι ένα φυσικό στάδιο της ζωής, όπως η εφηβεία. Για τις περισσότερες γυναίκες, συμβαίνει περίπου στην ηλικία των 51 ετών, αν και μερικές μπορεί να το βιώσουν λίγα χρόνια νωρίτερα ή αργότερα.Οι σωματικές αλλαγές που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση μπορούν να ξεκινήσουν λίγα χρόνια πριν από την τελευταία περίοδο. Αυτές περιλαμβάνουν τη μείωση των οιστρογόνων, των γυναικείων ορμονών που παράγονται στις ωοθήκες.
Ως πρώιμη εμμηνόπαυση ορίζεται αυτή που εμφανίζεται πριν από την ηλικία των 45 ετών. Αυτό μπορεί να συμβεί φυσικά ή να προκληθεί για παράδειγμα ως αποτέλεσμα χημειοθεραπείας ή χειρουργικής αφαίρεσης των ωοθηκών. Η πρώιμη εμμηνόπαυση στις γυναίκες έχει συνδεθεί με υψηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου και μερικά προβλήματα υγείας όπως η οστεοπόρωση, οι καρδιαγγειακές παθήσεις και οι νευρολογικές διαταραχές. Η πρώιμη εμμηνόπαυση μπορεί επίσης να επηρεάσει αρνητικά τη γονιμότητα έως και 10 χρόνια πριν την εμφάνισή της. Οι συγγραφείς της μελέτης σημειώνουν ότι οι αιτίες της πρώιμης εμμηνόπαυσης είναι ελάχιστα κατανοητές και ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, οι διαγνώσεις δεν αποδίδονται σε γονίδια ή αυτοανοσία. Ενώ προηγούμενες μελέτες έχουν εξετάσει την πρόσληψη πρωτεϊνών και το χρονοδιάγραμμα της εμμηνόπαυσης στις γυναίκες, αυτή η μελέτη είναι η πρώτη που εξετάζει τη σχέση με την πρώιμη εμμηνόπαυση.
Για τη συγκεκριμένη έρευνα, η ομάδα ανέλυσε στοιχεία από τη μελέτη Nurses 'Health Study II που αφορούσαν 85.682 γυναίκες που εμφάνισαν φυσική πρώιμη εμμηνόπαυση από το 1991 και μετά. Δεν συμπεριέλαβαν γυναίκες που παρουσίασαν πρώιμη εμμηνόπαυση λόγω π.χ. υστερεκτομής ή χημειοθεραπείας. Τα λεπτομερή διατροφικά ερωτηματολόγια που συμπληρώθηκαν από τους συμμετέχοντες επέτρεψαν στους ερευνητές να εξετάσουν την κατανάλωση τροφίμων και ποτών κατά την περίοδο πριν από την έναρξη της πρώιμης εμμηνόπαυσης. Περιλήφθηκαν και λεπτομέρειες όπως πόσο συχνά οι γυναίκες κατανάλωναν μεμονωμένες μερίδες από συγκεκριμένα 131 είδη τροφίμων, ποτών και συμπληρωμάτων. Η αναφερόμενη συχνότητα κυμαινόταν από "ποτέ" ή "μία φορά το μήνα" έως "έξι ή περισσότερες φορές την ημέρα".
Κατά την περίοδο που κάλυψε η μελέτη (1991 έως 2011), τα αποτελέσματα έδειξαν ότι 2.041 γυναίκες εμφάνισαν πρώιμη εμμηνόπαυση. Όταν ανέλυσαν τα δεδομένα, η ομάδα διαπίστωσε ότι η υψηλότερη κατανάλωση φυτικών πρωτεϊνών συνδεόταν με χαμηλότερο κίνδυνο πρόωρης εμμηνόπαυσης. Αντίθετα, δεν βρήκαν καμία σχέση μεταξύ υψηλής πρόσληψης ζωικών πρωτεϊνών και πρώιμης εμμηνόπαυσης, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι γυναίκες με ημερήσια πρόσληψη θερμίδων που προέρχονταν σε ποσοστό 6,5% από φυτικές πρωτεΐνες είχαν 16% χαμηλότερο κίνδυνο πρόωρης εμμηνόπαυσης, σε σύγκριση με τις γυναίκες των οποίων η πρόσληψη λαχανικών κάλυπτε μόλις το 4% των καθημερινών θερμίδων τους.
Αν υποθέσουμε ότι η ημερήσια πρόσληψη θερμίδων μιας γυναίκας φθάνει περίπου τις 2.000, τότε το 6,5% σε φυτικές πρωτεΐνες είναι το ισοδύναμο τριών έως τεσσάρων μερίδων (32,5 γραμμάρια) ημερησίως σε τρόφιμα όπως οι ξηροί καρποί, το tofu, τα δημητριακά ολικής άλεσης για πρωινό και τα εμπλουτισμένα ζυμαρικά. Η ίδια συσχέτιση παρατηρήθηκε και όταν η ομάδα έλαβε υπόψη της και άλλους παράγοντες που συνδέονταν με την πρώιμη εμμηνόπαυση, όπως το κάπνισμα, ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ) και η ηλικία.
Φωτεινή Πουρνάρα