ΟΥΖΟ -Πλωμαρίου -Μυτιλήνης προϊόν ΠΓΕ
Από το 1989, το ούζο αποτελεί αναγνωρισμένο εθνικό προϊόν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και η ονομασία ‘ούζο’, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για άλλα ευρωπαϊκά ποτά. Το 2004 η σχετική εθνική νομοθεσία, αναγνωρίζει το ούζο Πλωμαρίου και Μυτιλήνης ως προϊόν Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης εφόσον ολόκληρη η διαδικασία παραγωγής και εμφιάλωσης γίνεται εντός της συγκεκριμένης γεωγραφικής ζώνης.
Ο γλυκάνισος από το χωριό Λισβόρι, η μαστίχα της γειτονικής Χίου, τα εξαιρετικά νερά που αναβλύζουν από τα έγκατα του νησιού, τα μυρωδικά βότανα της Λεσβιακής γης, και η άριστη γνώση της τέχνης της απόσταξης, χαρίζουν στο ούζο του νησιού τη μοναδική του ποιότητα. Η Λέσβος διεκδικεί επάξια τον τίτλο του τόπου όπου παράγεται το καλύτερο ούζο της Ελλάδας. Ούζα ιδιαίτερα, μοναδικά, ικανά να καλύψουν διαφορετικές γευστικές ανάγκες και να συνδυαστούν με μία τεράστια γκάμα μεζέδων και φαγητού. Στη Λέσβο θα βρείτε αποσταγματοποιούς που το βράδυ πριν από την απόσταξη, βυθίζουν ολονυχτίς τα σακιά με τον γλυκάνισο στη θάλασσα για να αιχμαλωτίσουν τη δροσιά και την αλμύρα της, αντικαθιστούν τη ζάχαρη με ντόπιο βραβευμένο αρωματικό μέλι. Κάνουν διπλές και τριπλές αποστάξεις, για να έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα, να ‘κλείσουν’ μέσα σ’ ένα μπουκάλι όλο το άρωμα της Λεσβιακής φύσης.
Η παραγωγή του ούζου στη Λέσβο έγινε πιο εντατική από το 19ο αιώνα και μετά. Στα μέσα του 19ου αιώνα φτάνουν στη Λέσβο και κυρίως στο Πλωμάρι, ρακιτζήδες, από την Ανατολή με συνταγές απόσταξης στις αποσκευές τους. Στο νησί βρίσκουν σταφύλια εξαιρετικής ποιότητας, γλυκάνισο και μάραθο από τη γειτονική κοιλάδα του Λισβορίου και απαλό, μαλακό νερό από το Σεδούντα ποταμό. Αρχικά το ούζο ήταν το ποτό των ανθρώπων του μόχθου, που μετά το σχόλασμα από τη δουλειά αναπαύονταν στα καφενεία και έπιναν το 25ράκι τους. Για δεκαετίες το ούζο δεν υπήρχε στα σπίτια. Σερβίρονται μόνο στον καφενέ με λίγο μεζέ. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή, η ποτοποιία εξελίσσεται ραγδαία. Το 1930 στη Λέσβο υπήρχαν ήδη 40 μικροί και 10 πιο μεγάλοι παραγωγοί. Η νεότερη ιστορία του ούζου περιλαμβάνει Μυτιληνιούς παραγωγούς που ενώνουν τις δυνάμεις τους, σύγχρονα αποστακτήρια που συνδυάζουν την παραδοσιακή μέθοδο απόσταξης και παραγωγής με την τελευταία λέξη της επιστήμης.
Πολλά αποσταγματοποιεία στο νησί δέχονται επισκέψεις και τους ξεναγούν στα μυστικά του ούζου. Στο Μουσείο Ούζου στο Πλωμάρι χάλκινα καζάνια κατασκευασμένα τον 19ο αιώνα στην Κωνσταντινούπολη, αμφορείς και πιθάρια, υαλωμένα εσωτερικά, για τη μεταφορά του ούζου, κατασκευασμένα στο Αδραμύττιο της Μικράς Ασίας, ιστορικά δημοσιεύματα και επιστολές, ξεναγούν τους επισκέπτες στην ιστορία των ανθρώπων του ούζου και της Λέσβου.
Το ούζο και οι μεζέδες του είναι ένα κυρίαρχο γαστρονομικό στοιχείο της κουλτούρας του νησιού. Το ούζο με το φίνο άρωμα γλυκάνισου, όταν χρησιμοποιείται στη μαγειρική δίνει μια χαρακτηριστική και εξαιρετικά ευχάριστη γεύση. Στη Λέσβο αρωματίζουν με ούζο τους κεφτέδες, το προσθέτουν στις μαρινάδες των θαλασσινών και του αρνιού, κάνουν τις γαρίδες φλαμπέ με ούζο, ή ‘σβήνουν’ με ούζο τις γαρίδες σαγανάκι. Οι νοικοκυρές όταν ανοίγουν φύλο για τη γλυκιά πίτα του νησιού, τη πλατσέντα και τις δίπλες, προσθέτουν πάντα λίγο ούζο. Η γεύση και το άρωμά του κυριαρχεί και στα γλυκά παξιμαδάκια ούζου.
Παλαιότερα, οι μερακλήδες, στην ελληνική επαρχία, συνήθιζαν να πίνουν εναλλάξ λίγες γουλιές ελληνικού καφέ και λίγες γουλιές ούζο, που είχαν πλάι στο φλιτζάνι του καφέ τους. Σήμερα, οι πιο μοντέρνες εκδοχές, προτείνουν λίγες σταγόνες ούζου απευθείας στον ελληνικό καφέ ή στον εσπρέσσο.
Το ούζο έχει την τιμητική του και γιορτάζει κάθε χρόνο, στο τέλος Ιουλίου, στην κεντρική πλατεία Πλωμαρίου, όπου πραγματοποιείται η Γιορτή Ούζου, με το διάσημο τοπικό προϊόν από τις παρακείμενες ποτοποιίες να ρέει άφθονο, και να συνοδεύει τους χορούς και τα τραγούδια. Γιορτάζεται και στην πρωτεύουσα του νησιού, στην καρδιά της πόλης, τις πρώτες μέρες του Αυγούστου, αλλά και στην παραθαλάσσια Νυφίδα στον κόλπο της Καλλονής.